OLYMPOS KARPATHOU

1. Όρια και γεωφυσική κατάσταση

Η περιοχή της Ολύμπου εκτείνεται βόρεια του βουνού Κυμαράς και περιλαμβάνει όχι μόνο το βορειότερο αυτό τμήμα της Καρπάθου, αλλά και τη νησίδα Σαρία, που χωρίζεται από την Κάρπαθο με το Στενό, διαβρωσιγενή πορθμό πλάτους 100 περίπου μέτρων. Η έκταση της Ολύμπου είναι 37 τετραγωνικά χιλιόμετρα, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται σ’ αυτά η Σαρία, και αντιστοιχεί στο 1/3 περίπου της Καρπάθου. Είναι εξαιρετικά ορεινή και δασώδης στο μεγαλύτερο μέρος της.

Οι κυριότεροι ορεινοί όγκοι είναι ο Άης Ηλίας (718 μ.), το Ορκίλι (713 μ.), ο Κυμαράς (692 μ.), το Στοιόι (639 μ.), το Μαλό (635 μ.), το Κορύφι (588 μ.), το Όρος (561 μ.), η Ασία (531 μ.) και, στη Σαρία, ο Παχύς Βουνός (630 μ.).

Οι αξιολογότερες πεδινές εκτάσεις της είναι οι κοιλάδες της Αυλώνας, της Αχορδέας και του Κοίλιους στην Κάρπαθο και στη Σαρία αξιολογότερη είναι η κοιλάδα της Πύλας. Μικρότερης έκτασης, αλλά σημαντικές από την άποψη της παραγωγικότητας είναι οι περιοχές Πέι (= πέδι<πεδίον), Καμπί, Αμμόη (= αμμόγη) στην Κάρπαθο και στη Σαρία η Νάππα (= κοιλάδα) και το Αργος (= παραθαλάσσια πεδιάδα).

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο θαλάσσιος διαμελισμός με το εντυπωσιακό φυσικό λιμάνι του Τριστόμου και με τους πολλούς γραφικούς όρμους όπως τον όρμο της Βρουκούντας, τις Φύσες και την Ευγώνυμο στη δυτική πλευρά, τη Βανάντα, το Διαφάνι, τον Απόκαπο, το Όψι, το Κάπι, την Αγνόντια, το Φορόκλι, το Κάντρι, το Φίλιος, το Νάτη κ.ά. στην ανατολική και τον Γιάπλο, τα Παλάτια, την Αλιμούντα και τον Μέα ‘αλό (= μέγας αιγιαλός) στη Σαρία.

Μολονότι η περιοχή δεν προσφέρεται για γεωργική εκμετάλλευση, η εργατικότητα των Ολυμπιτών, που δεν άφησαν ανεκμετάλλευτη ούτε σπιθαμή χωμάτινης επιφάνειας, την έκαμε ικανή να θρέψει γύρω στους 1.500 ανθρώπους, όσοι ήσαν οι κάτοικοι του χωριού στις δεκαετίες του 1940 και 1950 κι ίσως και σε παλαιότερες εποχές.

2. Αρχαία εποχή

Οι αρχαιολογικές έρευνες έδειξαν ότι στην περιοχή της Ολύμπου είχαν εγκατασταθεί Μινωίτες και Μυκηναίοι (15ος αιώνας π.Χ.). Με βάση τις πληροφορίες των αρχαίων συγγραφέων (Σκύλαξ, Στράβων) και τα αρχαιολογικά δεδομένα, από τον 4ο π.Χ. αιώνα υπήρχαν στην περιοχή της Ολύμπου δύο αξιόλογες πόλεις, η Βρυκούς, στη θέση της σημερινής Βρουκούντας και η Νίσυρος “ομώνυμος τη των Νισυρίων νήσω” στη θέση Παλάτια της Σαρίας. Αν όχι στο Στενό της Σαρίας, πάντως στην περιοχή του βρισκόταν ο ναός του Πορθμίου Ποσειδώνος, που αποτελούσε κέντρο λατρείας όλης της Καρπάθου κατά την αρχαία και την ελληνιστική περίοδο. Από τη Βρυκούντα προέρχεται η περίφημη επιγραφή η γνωστή ως “Δωρικόν ψήφισμα Καρπάθου”, που αναφέρεται στον γιατρό Μηνόκριτο Μητροδώρου, στον οποίον οι Βρυκούντιοι απένειμαν εξαιρετικές τιμητικές διακρίσεις, επειδή είχε προσφέρει τις ιατρικές του υπηρεσίες με αφιλοκερδή και ανεπίληπτο τρόπο για είκοσι και πάνω χρόνια.

Από την αρχαία πόλη της Βρυκούντος σώζονται δεκάδες λαξευτοί τάφοι, ερείπια τοίχων και οχυρώσεων και τμήματα των ελληνιστικών τειχών της.

Όπως φαίνεται από τα βυζαντινά μνημεία που υπάρχουν στην περιοχή της Βρουκούντας και των Παλατίων, η ζωή συνεχίστηκε στις πόλεις αυτές και κατά τη βυζαντινή εποχή. Επειδή τα ερείπια της μεγάλης βασιλικής των Παλατίων (στη θέση της σημερινής Αγίας Σοφίας), του Στενού (στη θέση της σημερινής Αγίας Αικατερίνης) και του Φίλιους (στη θέση Αρχάγγελος) χρονολογούνται γύρω στον 6ο μ. Χ. αιώνα, πιθανολογείται ότι ο Χριστιανισμός ήλθε στην Κάρπαθο (και ειδικά στην Όλυμπο) οπωσδήποτε πριν από τον αιώνα αυτόν. Υπάρχει η γνώμη -όχι επιβεβαιωμένη εντούτοις- ότι ο Ιωάννης ο Καρπάθου, περίφημη εκκλησιαστική μορφή του 6ου αιώνα, έζησε στη Βρυκούντα.

Οι Βρυκούντιοι και οι Νισύριοι παρέμειναν στις πόλεις τους μέχρι το τέλος περίπου του 7ου αιώνα, ίσως και ως τον 8ο αιώνα, οπότε, εξαιτίας των αραβικών επιδρομών, αναγκάστηκαν από κοινού -πιθανότατα- να αναζητήσουν καταφύγιο μακριά από τη θάλασσα, σε φύσει οχυρές θέσεις. Η Βρυκούς φαίνεται ότι δεν κατοικήθηκε έκτοτε, ενώ στα Παλάτια συνεχίστηκε η ζωή, πιθανώς όμως με Άραβες κατοίκους, που θα είχαν καταστήσει την πόλη εκείνη ορμητήριό τους, καθώς από τη θέση αυτή θα μπορούσαν να δεσπόζουν στο πέρασμα Ρόδου – Καρπάθου. Τη γνώμη αυτή τεκμηριώνει από τη μια η σκέψη ότι μόνον οι Άραβες θα μπορούσαν την εποχή εκείνη να κατοικήσουν κοντά στη θάλασσα, κι από την άλλη το ότι, όπως μας λένε οι αρχαιολόγοι κι οι ιστορικοί, τα κτίσματα που υπάρχουν σήμερα ερειπωμένα στα Παλάτια ομοιάζουν με κτίσματα της Συρίας, που χρονολογούνται πριν από τον 10ο αιώνα. Όπως φαίνεται από τα ερείπια και από τις βαθιές ρωγμές του εδάφους η πόλη των Παλατίων καταστράφηκε από τρομερό σεισμό μέσα στους δυο ή τρεις πρώτους αιώνες της δεύτερης χιλιετίας μετά Χριστόν.

3. Εγκατάσταση στην Όλυμπο

Οι κυνηγημένοι πρόσφυγες της Βρυκούντος και της Νισύρου πρέπει, όπως ήδη υπαινιχθήκαμε παραπάνω, να ήλθαν στην Όλυμπο κατά την περίοδο των αραβικών επιδρομών (7ος-9ος αιώνας), που συμπίπτει με την περίοδο της Εικονομαχίας (8ος-9ος αιώνας). Τη γνώμη αυτή την στηρίζει από τη μια η εγκατάλειψη των αρχαίων πόλεων κατά την εποχή αυτή κι από την άλλη η χρονολόγηση των σημερινών ναϋδρίων της Καθολικής και του Αγίου Ονουφρίου καθώς επίσης η χρονολόγηση του παλαιότερου διάκοσμου της κεντρικής εκκλησίας του χωριού, ο οποίος φαίνεται στον δυτικό θόλο, τώρα που διαβρώθηκε το μεταγενέστερο διακοσμητικό επίστρωμα. Στη διακόσμηση των ναών αυτών δεν υπάρχουν μορφές αγίων, υπάρχουν μόνο τα γνωστά χριστιανικά σύμβολα, σταυροί, ψάρια κ.τ.τ., τα οποία επέτρεπαν οι Εικονομάχοι.

Είναι πιθανόν οι φυγάδες της Βρυκούντος και της Νισύρου να μην εγκαταστάθηκαν αμέσως στην Όλυμπο, αλλά να αναζήτησαν πρωτύτερα άλλον τόπο εγκατάστασης, κάπου κοντά στις παλιές τους εστίες. Ως ένα τέτοιο μέρος μπορούμε να υποθέσουμε την Εξεπιταρέα, (που σημαίνει τόπος εκπατρισμού) όπου έχουν εντοπισθεί παλαιά ερείπια, ίσως του 8ου ή 9ου αιώνα.

Η θέση της Ολύμπου είναι καταπληκτική από την άποψη της προστασίας, την οποίαν παρείχε στους κατοίκους της, καθώς το σημείο στο οποίο είναι χτισμένη ήταν φύσει ασφαλισμένο από τη βόρεια ως τη νοτιοδυτική του πλευρά και καθώς από τη θέση αυτή μπορούσαν να κατοπτεύουν την ανοιχτή δυτική θάλασσα και να πληροφορούνται από τους φρυκτωρούς των αντικρινών υψωμάτων αν επλησίαζαν τα πειρατικά πλοία, για να κλεισθούν μέσα στο κάστρο τους. Επιπλέον κοντά στο μέρος αυτό υπήρχε άφθονο πηγαίο νερό και η κύρια καλλιεργήσιμη έκταση, της Αυλώνας δεν απείχε πολύ. Ίχνη του κάστρου υπάρχουν ακόμα και πάντως το θυμίζουν τα τοπωνύμια Μέσα Κάστρο, για μια συνοικία του χωριού και Όξω Καμάρα, για τη συνοικία που βρίσκεται προς το μέρος της θάλασσας, χτισμένη έξω από τη δυτική πύλη του κάστρου, η οποία βρισκόταν στη νότια είσοδο του σημερινού Πλατύου.

4. Το όνομα της Ολύμπου και του Διαφανίου

Το όνομά του το χωριό το οφείλει ασφαλώς στο ψηλό βουνό, στη πλευρά του οποίου έχει χτιστεί. Σήμερα το βουνό λέγεται Άης Ηλίας (=Προφήτης Ηλίας), επειδή στην κορυφή του, όπως και στις κορυφές άλλων υψωμάτων της Ελλάδας, χτίστηκε ναός του Προφήτη Ηλία, στην αρχαία εποχή όμως το βουνό, όπως επίσης πολλά άλλα βουνά του ελληνικού χώρου, θα λεγόταν Όλυμπος. Κάποτε το χωριό, όπως και το βουνό της Θεσσαλίας, λέγεται και Έλυμπος, όνομα που το βρίσκουμε στον Buodelmonti (1422) και σε έγγραφα των αρχών του 19ου αιώνα, επίσημα όμως λέγεται και γράφεται η Όλυμπος, με το θηλυκό άρθρο της λέξης η πόλη, η χώρα , όχι ο Ολυμπος.

Το όνομα του Διαφανίου οφείλεται σε κάποιον Διοφάνη, που συνδεόταν ιδιαίτερα με το μέρος αυτό, είτε ως γαιοκτήμονας είτε ως μοναχός. Πάντως από γλωσσολογική άποψη η ετυμολογία αυτή είναι η μόνη πειστική.

Κωστής Μ. Μηνάς: Τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου

Μανόλης Μ. Μακρής: Συγγραφέας